Still

Still

Πέμπτη 4 Αυγούστου 2011

ανώφελα φορτία

ανάμεσα
Ευτυχώς είναι εδώ μαζί.

Δεν μπορείς ποτέ να πείς πως δεν υπάρχει τίποτα κάπου, αλλά δεν υπάρχει τίποτα εδώ που βρίσκονται.

Ακόμα και το κενό στο διάστημα λένε πως είναι γεμάτο με σκόνη απο... κάτι, μα εδώ δεν υπάρχει ούτε αυτό. Είναι μόνοι τους ανάμεσα στους ανθρώπινους χρόνους και χώρους, όπου κινούνται άλλα, μεγαλύτερα πράγματα. Πράγματα που δεν φοβούνται την ανυπαρξία όσο τη φοβάται η ανθρώπινη ψυχή.

Δεν μπορούν να δούν ο ένας τον άλλο, αλλά νιώθουν ακόμη. Τη φαγούρα στο κενό που θα έπρεπε να είναι ο παράμεσος δάχτυλος και των δύο, το πακέτο με τσιγάρα στην τσέπη του ενός, το βάρος στην εσωτερική τσέπη του σακακιού, όπου ο άλλος κρύβει ένα μαύρο κουτάκι.

Η αίσθηση των σωμάτων τους υπάρχει, χωρίς καμιά περαιτέρω απόδειξη πως δεν είναι μόνο οι ψυχές, ή οι αναμνήσεις τους που βρέθηκαν να αντιδικούν στο πουθενά.

Ό,τι και να γίνει, μόνο ένας μπορεί να φύγει απο εδώ.

“Δεν έπρεπε να ψάξεις”.


“Δεν γινόταν αλλιώς”.

“Μπορώ ακόμα να ξεφύγω, να γυρίσω πίσω”. Δεν βλέπει τα χέρια του, αλλά ξέρει πως ανάβουν ένα τσιγάρο.

“'Εχω δεί πώς είναι η ζωή έτσι. Βαρετή”. Αγγίζει το σακάκι του κοντά στην καρδιά. Μένει με το χέρι έτσι, σαν να προσεύχεται σε κάποια σημαία.

“Τα έζησα όλα”. Το τσιγάρο είναι αναμμένο και δεν είναι δύσκολο να το φανταστεί στα χείλη του καθώς τραβάει μια ρουφηξιά.

“Εγώ όχι”. Αισθάνεται το βάρος του κουτιού κοντά στην καρδιά του, μαζί με τους χτύπους της.

“Δεν ξέρεις πόσο τυχερός είσαι”. παφ παφ

“Δεν αισθάνομαι τυχερός”. μπαπ μπαπ




1

15.14 Γαλαξιακός σταθμός Νέδων, 3030 μΧ

Δεν πάει ποτέ πουθένα.

Πράγμα περίεργο για κάποιον που δουλεύει σε εταιρία διαγαλαξιακής μετακίνησης, αλλά είναι αλήθεια. Άνθρωποι τον προσπερνούν, τρέχοντας για να προλάβουν τη πτήση τους.

Σκέφτεται την παραδοξότητα της διαπίστωσης, άλλη μια φορά, καθώς ακολουθεί το διάδρομο μέχρι το σημείο εκκίνησης, την κεντρική κυκλικη αίθουσα του διαστημόπλοιου. Τα καθίσματα είναι απο μαύρο βέλκρο, φτηνιάρικα. Σήμερα θα ταξιδέψει τουριστική, προφανώς. Παίρνει την θέση του όπως πάντα, αντιδιαμετρικά του πελάτη που συνοδεύει.

Θα ήθελε να λέει πως είναι κάποιο είδος μοντέρνου αεροσυνοδού, αλλά αυτά είναι παπαριές. Δεν είναι αεροσυνοδός, αυτοί παίρνουν και επιδόματα. Είναι απλώς ανώφελο φορτίο. Απαραίτητο γέμισμα για να μπαλαντζάρει το σκάφος όταν δεν γεμίζει ολόκληρο.

Άλλη μια σκατοδουλειά απότοκη της τεχνολογικής εξέλιξης.

Ταξιδεύουν με τον ηλεκτρομαγνητικό επιταχυντή σωμάτων, ή με την μέθοδο της μπαλαρίνας, όπως την λένε κοροιδευτικά οι επιβάτες, που μάλλον ξέρουν κάτι παραπάνω. Καταλαβαίνει γιατί την ονομάζουν έτσι. Ξεκινάνε σαν να είναι στη μπαλαρίνα ενος λούνα πάρκ, σιγά σιγά, μέχρι να αρχίσει η πραγματική περιστροφή, που μπορεί να σε κάνει πολύ χάλια αν δεν έχεις λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση. Δεν είναι λίγες οι φορές που βρήκε τον εμετό κάποιου πάνω στη μπλούζα του μόλις το σκάφος σταμάτησε να κινείται.

Έχει ταξιδέψει αρκετές φορές τώρα, ώστε η αίσθηση της περιστροφής, το να χάνει το κέντρο βάρους του σώματος του, δεν τον ξενίζει πια. Είναι εύκολο να ενταχθεί στην κίνηση της μπαλαρίνας, να ακολουθήσει την ορμή της ομάδας των επιβατών καθώς πάνε γύρω γύρω γύρω... Μέχρι να χαθούν όλοι απο τα μάτια του μέσα σε μια άμορφη θολούρα χρωμάτων και κινήσεων. Σαν κάτι που θα ζωγράφιζε μια σβούρα, στριφογυρίζοντας σε καμβά γεμάτο με τα απλωμένα λάδια κάποιου αβανγκάρντ ζωγράφου.

Σηκώνει τα μάτια, ο συνεπιβάτης του και οι άπειρες βαλίτσες του μόλις έφτασαν. Είναι ένας τύπος με τεράστια γυαλιά, ασορτί με τους τεράστιους τρυπημένους λοβούς των αυτιών του. Σαν να τον κοιτάει περίεργα.

Μάλλον του την πέφτει, υπάρχουν πολλοί dickheads στις πτήσεις προς τα ενδότερα του γαλαξία.

Ή μπορεί να είναι απλά έτοιμος να ξεράσει.

Φοράει τη ζώνη του και ακουμπά το κεφάλι του στο κάθισμα.

'Ενα,
Δύο,
Τρία,
Τέσσερα.

Το σκάφος κινείται και αυτός αρχίζει να ονειροπολεί όπως πάντα.




6

Κάπου μεταξύ 10.45 βάρβαροι πλανήτες Γιόπ, ξενοδοχείο Ράνοξ, 3397 μΧ και 06.27 πεδιάδες του Νέμπιουλα, 2776 μΧ

Πόσο καιρό τρέχει τώρα;

Είναι τόσο δύσκολο να κρατήσει την αίσθηση του χρόνου.

Ταξιδεύει στιγμιαία στις δισεκατομμύρια πιθανότητες που υπάρχουν παράλληλα με το αρχικό σημείο εκκίνησης: τον κόσμο στο δρόμο έξω απο το ξενοδοχείο.

Άνθρωποι, τοποθεσίες, κινήσεις, χρώματα... Η συγκεχυμένη ροή τους μπλέκεται στο κεφάλι του σαν εικόνα απο καλειδοσκοπίο. Μόλις σταματά να αναγνωρίζει πρόσωπα, κατευθύνει τη σκέψη του γρήγορα στον Νέμπιουλα του παρελθόντος. Πλανήτης σε ημιάγρια κατάσταση, χωρίς ανέσεις, αλλά η ζούγκλα θα βοηθήσει να χάσουν τα ίχνη του για λίγο.

Το ρεύμα γύρω του γίνεται κατάλευκο. Η πορεία έκλεισε και οι παράμετροι δόθηκαν στο μυαλό του. Το μόνο που μένει να κάνει είναι να ηρεμήσει μέχρι να φτάσει. Οι ανάσες του βαθαίνουν, γίνονται πιο αργές... Αλλά η ηρεμία δεν είναι εύκολη όταν είσαι κυνηγημένος. Κάτι μεγάλο υπάρχει πέρα απο εκεί που μπορεί να ταξιδέψει, κάτι θέλει αυτό που του χρωστάει. Όπου και να πάει θα τον ψάχνουν.

Πρέπει να ηρεμήσει. Επαναλαμβάνει τις ανάσες αργά.

Μία,
δύο,
τρείς,
τέσσερεις.

Το φώς γύρω του είναι πιο λαμπρό, πλησιάζει στον προορισμό του, αλλά το μυαλό του δεν μπορεί να σταματήσει να αγωνιά. Αν θέλει να σταματήσει να τρέχει, πρέπει να εντοπίσει αυτό που έστειλε. Είναι δύσκολο να το ψαξει τώρα που τον κυνηγάνε, δεν θα μπορέσει να μείνει αρκετό διαστημα πίσω στο χρόνο για να το βρεί χωρίς να τον εντοπίσουν.

Η άλλη λύση φαντάζει ακόμα πιο δύσκολη. Μόνο έναν ξέρει που να μπορεί να τον φέρει σε επαφή με τον κρετίνο που έχει αυτό που θέλει, σε πραγματικά ουδέτερο μέρος, σε μια περιοχή χωρίς ανθρώπους, χωρίς... τίποτα. Και μάλλον δεν θα είναι πρόθυμος να τον βοηθήσει.

Μια σκιά απλώθηκε στον ορίζοντα μπροστά του, το λευκό φώς χάνει σιγά σιγά τη λάμψη του. Με ένα ξαφνικό τίναγμα προς τα πάνω το σώμα του ακολουθεί άλλη πορεία. Στριφογυρίζει όλο και πιο ψηλά, ανεβαίνει, ανεβαίνει, το λευκό γίνεται μαύρο, κατάμαυρο, τον περικλείει απο παντού, πρέπει να ξαναβρεί τις ανάσες του, μία, δύο, τρείς, τέσσερεις... Προσπαθεί να αναγνωρισει τη ροή των ανθρώπων, την αύρα τους, τόσες πιθανότητες, αλλά δεν μπορεί να αγγίξει καμία τους.

Μια ισχυρότερη νοητική δύναμη βρήκε το στίγμα του και κατευθύνει το σώμα του όπως θέλει εκείνη. Οι πεδιάδες του Νέμπιουλα είναι πολύ μακριά απο εκεί που θα καταλήξει.




2

17.25 JFK πλανητοδρόμιο, 3030 μΧ

Οι επιβάτες έχουν φύγει, μαζί και ο μαλάκας που ξέρασε πάνω του.

Όλες οι αμφιβολίες που έχει για τη δουλειά του επιβεβαιώθηκαν περίτρανα, άλλη μια φορά. Είναι η απόλυτη σκατοκατάσταση.

Σκουπίζει με γρήγορες κινήσεις τον εμετό απο την μπλούζα του και πετάει τη βρώμικη πετσέτα στο πάτωμα. Να πάρουν τον κώλο τους να την μαζέψουν. Θα έπρεπε να του δίνουν επίδομα επικίνδυνης εργασίας, όλοι αυτοί οι εμετοί έχουν σίγουρα εκατομμύρια μικρόβια μέσα.

Καθώς πάει να φύγει βλέπει μια μαύρη βαλίτσα κάτω απο το κάθισμα του περίεργου με τα γυαλιά και τα τρυπηματα. Μοιάζει να του την άφησε. Ποτέ δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό μιας ξεχασμένης τσάντας και την ανοίγει εύκολα, χύνοντας τα περιεχόμενα της στο πάτωμα. Μπορεί σήμερα να είναι η τύχερη του μέρα. Αν έβρισκε κανά φράγκο θα ήταν αρκετό για να ξεχάσει όλα τα ξερατά.

Τζίφος. Ούτε λεφτά, ούτε κοσμήματα μέσα. Είναι γεμάτη με απλά καθημερινά πράγματα, πράγματα που βρίσκεις στις βαλίτσες εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, ακόμα και στη δική του. Μια ξυριστική μηχανή, ένα πουκάμισο, δύο ζευγάρια κάλτσες, τσίχλες...

Και ένα δάχτυλο.

Το πιάνει με προσοχή. Μοιάζει ψεύτικο, σαν φτιαγμένο απο κέρι, αλλά η αίσθηση που αφήνει, είναι πραγματική, σάρκινη. Φρέσκια. Μοιάζει με το δικό του δάχτυλο, με τον παράμεσο του αριστερού χεριού. Τα φέρνει πλάι πλάι για να βεβαιωθεί. Είναι... ίδιο με το δικό του δάχτυλο, το δάχτυλο με την έλια στην άρθρωση.

Αρπάζει το πουκάμισο, το φέρνει πάνω του, το τραβάει απο έδω, απο εκεί, όπως και να το βάλει, δεν του κάνει. Τα ρούχα αυτά δεν είναι δικά του. Αλλά φαίνονται πολύ μεγάλα και για τον τύπο που άφησε τη βαλίτσα πίσω. Μάλλον ο σοφιστικέ γιαλούμπας ξέχασε μια τσάντα γεμάτη με πρόπς για ταινία, ή κάποιος του κάνει πλάκα, αλλά που είναι ο υπόλοιπος ψευτοεαυτός του;

Ψαχουλεύει ακομη μια φορα τα πράγματα, υπάρχει και ένα απόκομμα κάποιου χρησιμοποιημένου εισιτηρίου μέσα στη βαλίτσα.

Δεν μπορεί να διαβάσει τον προορισμό αλλά η ημερομηνία λέει, 09.45, λωρίδα αναχώρησης Άσσος, 3031 μΧ.

Μάλιστα, άρα κάποιος του κάνει πλάκα. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση.

Περπατάει προς το γραφείο απωλεσθέντων. Οι δίδυμοι ήλιοι του πλανήτη αντανακλούν τη λάμψη τους πάνω στις τεράστιες τζαμαρίες των διαδρόμων, δημιουργώντας πολύχρωμα σχέδια. Όσο όμορφη και αν είναι η εικόνα, δεν μπορεί να την ευχαριστηθεί, να τη ζήσει. Ξέρει πως πρέπει να γυρίσει πίσω με την επόμενη πτήση. Παραδίδει την βαλίτσα, αλλά κρατάει το δάχτυλο στην τσέπη του. Σίγουρα ένα ανώμαλο αστείο κάποιου μαλάκα απο τη δουλειά.

Σε κάνα χρόνο, θα κανονίσει να είναι στη λωρίδα αναχώρησης που διάβασε στο απόκομμα, και τότε θα βεβαιωθεί.

Δεν έχει τίποτα να χάσει.




5

10.39 Βάρβαροι πλανήτες Γιόπ, ξενοδοχείο Ράνοξ, 3397 μΧ

Η ξανθιά δίπλα του κοιμήθηκε ήδη. Η μελαχρινή σηκώνεται απο το κρεβάτι και κατευθύνεται προς την τουαλέτα.

Ανάβει ενα τσίγαρο ακόμη. Βρωμοσυνήθεια.

Το πλατινένιο δαχτυλίδι στον μέσο του αριστερού χεριού αντιφεγγίζει την λάμψη απο το σπίρτο για μια στίγμη. Μάλλον θα το χαρίσει στις κοπέλες. Δεν του άρεσει να φοράει κοσμήματα σε αυτό το χέρι, τονίζουν την έλλειψη στη συμμετρία του.

Ξαπλώνει στα τεράστια μαξιλάρια. Είναι ακόμα ελεύθερος, που σημαίνει πως δεν έχουν βρεί το κομμάτι του, αλλά τα σχέδια του για πλούτο και δόξα έχουν ήδη καταρρεύσει. Δεν μπορεί να μείνει σε ένα μέρος αρκετά για να μάθει τις καινούργιες τεχνολογίες. Ακόμα και αν μπορούσε δεν ξέρει πώς θα τις πουλούσε και σε ποιόν. Το μόνο που μπορεί να κάνει, είναι να κλέβει κανένα κοσμημα, σαν αυτό που έχει στο χέρι του τώρα.

Χειρότερη είναι η άλλη αίσθηση, αυτή που κατατρώει τα μέσα του. Ξέρει τόσα πράγματα, αυτά που του έμαθαν και πολλά περισσότερα, είναι κάτοχος τρομερών μυστικών, μα δεν μπορεί να τα μοιραστεί με κανέναν. Ποτέ δεν φανταζόταν πως θα του έλειπαν τόσο οι συζητήσεις και οι φιλοσοφίες των γέρων.

“Μαγιστρείο πτήσεων”.

Η επίσημη οργάνωση, αλλά πίσω της κρύβεται...

Απο το δρομάκι πίσω ακούει έναν τσίγκινο ήχο. Σαν να πάτησε κάποιος ένα μεταλλικό κουτί. Ένας φυσιολογικός άνθρωπος θα το αγνοούσε και θα γύριζε πλευρό, αλλά αυτός δεν είναι ένας φυσιολογικός άνθρωπος. Καταλαβαίνει γρήγορα πως κάποιος τον εντόπισε και πάλι. Τέλεια, άλλη μια άυπνη νύχτα. Βάζει τα ρούχα του γρήγορα, αφήνει ενα μάτσο λεφτά για τις κοπέλες και τρέχει προς την είσοδο.

Το πλήθος στο κεντρικό δρόμο θα βοηθήσει να χαθούν τα ίχνη του.

Πόσο καιρό τρέχει τώρα;

Είναι τόσο δύσκολο να κρατήσει την αίσθηση του χρόνου.




3

09.49 Λωρίδα αναχώρησης Άσσος, 3031 μΧ

Και ο τελευταίος τύπος που παρακολουθούσε αποδείχτηκε απόλυτα φυσιολογικός.

Ήταν ο τέλειος ύποπτος, ψηλός και βλοσσυρός, σαν μαφιόζος, είχε και μια τσάντα ολόιδια με αυτή που βρήκε σε εκείνη την πτήση περίπου ένα χρόνο πρίν. Αφού τον άκουσε στις τουαλέτες, να μιλάει με τσιριχτή φωνή στον γκόμενο του απο το κινητό (“σε παρακαλώ, μην με αφήσεις Τζόννυ, όλα θα πάνε καλά με μας, θα δείς”), είναι κάπως δύσκολο να τον φανταστεί να μεταφέρει ανθρώπινα μέλη στην τσάντα του.

Κουβαλάει στη βαλιτσούλα του το δάχτυλο, σε ενα μικρό βαζάκι με φορμαλδεύδη. Το έβαλε εκεί σχεδόν αμέσως αφού το βρήκε, γιατί άρχισε να μυρίζει. Σίγουρα όχι ένα ανώμαλο αστείο κάποιου μαλάκα απο τη δουλειά, αλλά δεν έχει ιδέα απο που να αρχίσει να ψάχνει. Και ναί, είναι το δάχτυλο του, είναι σίγουρος, αλλά δεν θέλει να το λέει δυνατά. Ακούγεται κάπως τρελό αφού τα δάχτυλα του είναι ακόμα στα χέρια του, ακέραια. Τα κουνάει λίγο για να βεβαιωθεί. Είναι όλα εκεί.

Φτάνει στην κεντρική αίθουσα, τα καθίσματα είναι απο κόκκινο βελούδο. Φαίνεται πως θα ταξιδέψουν με στυλ, αν μπορέσουν να κρατήσουν όλοι το φαγητό στο στομάχι τους. Δυστυχώς, η αίσθηση του εμετού επάνω σου δεν βελτιώνεται με ένα ωραίο καθίσμα κάτω απο τον κώλο.

Είναι χαμένος στις σκέψεις του και δεν παρατηρεί αμέσως τον άνθρωπο που κάθεται σε μία απο τις θέσεις των επιβατών απέναντι του. Είχε αποφασίσει να κρατήσει το μακάβριο σουβενίρ σαν υπενθύμιση του παράδοξου στην κάτα τ' άλλα βαρετή ζωή του και να συνεχίσει όπως πάντα, όταν τον είδε. Είδε τα χέρια του, τον αριστερό παράμεσο που λείπει.

Σηκώνει αργά τα μάτια και... δεν είναι κάποιο αντίγραφο του, διαπιστώνει με ανακούφιση. Στα βαμμένα μαύρα μαλλιά, τα μικρά μάτια, την κοντόχοντρη φιγούρα, δεν αναγνωρίζει ούτε ένα μικρό κομμάτι του εαυτού του. Ένας άγνωστος, χωρίς ένα δάχτυλο. Ένα δάχτυλο σαν αυτό που κουβαλάει εδώ και ένα χρόνο πάνω του.

Μπορεί να είναι απλά μια σύμπτωση, αλλά πρέπει να βεβαιωθεί.

Το ταξίδι για τον πλανήτη Βέρζιτς ξεκινά και για πρώτη φορά είναι... ανήσυχος. Σαν να εστιάζει ασυνείδητα στον κοντόχοντρο, το σώμα του προσπαθεί να ακολουθήσει το ρυθμό που του υπαγορεύει, αντί να αφεθεί απλά στο κέντρο βάρους της ομάδας, όπως συνήθως. Μάλλον φταίει το άγχος. Μόλις φτάνουν, παίρνει το βαλιτσάκι του και ακολουθεί τον άγνωστο. Δεν θα γυρίσει πίσω με την πρώτη πτήση. Στο γραφείο θα σκυλιάσουν, αλλά θα βρεί κάποια δικαιολογία.

Κάνει, επιτέλους, τα πρώτα του βήματα στα εδάφη των πλανητών του γαλαξία του Κυνός, αλλα δεν μπορεί να ευχαριστηθεί την άχνη των μακρινών βουνών, ούτε τα φώτα απο τους προβολείς θυέλλης που κρέμονται μόλις έξω απο τα όρια του απέραντου τεχνητού θόλου. Είναι απασχολημένος προσπαθώντας να μην χάσει απο τα μάτια του τον άνθρωπο μπροστά του. Ο τύπος οδηγεί τα κοντόχοντρα πόδια του με ασθματικά βήματα μέσα απο άπειρα στενά δρομάκια, μέχρι που μπαίνει στην είσοδο ενός τεράστιου κτίριου. Μια μισοκρυμμένη ταμπέλα δίπλα απο την πόρτα γράφει Μαγιστρείο Πτήσεων, και με μικρότερα γράμματα δίπλα, απαγορεύεται η είσοδος στους μη έχοντες εργασία. Οι φάτσες των φρουρών δείχνουν πως έχουν πάρει πολύ σοβαρά το ρόλο τους ως εφαρμοστές των γραφόμενων.

Μαγιστρείο Πτήσεων. Υπεύθυνοι για κάθε κινούμενο όχημα στο σύμπαν, απο μπαλαρίνες μέχρι παιδικά τρενάκια. Άν θέλουν, σε κάνουν ακόμη και πιλότο.

Θα πάρει χρόνο, αλλά πρέπει να βρεί έναν τρόπο να μπεί μέσα.




4

13.46 Σταθμός Χαραυγή, 3999 μΧ

Μαύρη μαγεία κρυμμένη πίσω απο την πραγματική τεχνολογία.

Μια μυστική οργάνωση στο πολύ επίσημο κρατικό κτίριο τους

Πρέπει να σκεφτεί, πως μπορεί να κερδίσει απο αυτό που ξέρει; Τόσες νέες τεχνολογίες και πράγματα στη διάθεση του, να τα κλέψει, να τα πουλήσει, να τα εκμεταλλευτεί. Είναι απαγορευμένο να επικοινωνήσεις με τους αμύητους αλλά δεν υπάρχουν μεγαλύτερες απαγορεύσεις απο αυτό που έκανε ήδη.

Και έχει να βρεί κατι, ένα κομμάτι του, αλλά αυτό το αφήνει για αργότερα.

Για τώρα είναι ικανοποιημένος να κοιτάει γύρω, για πρώτη φορά είναι κάπου, σε νέο μέρος, χωρίς να αισθάνεται το άγχος της αναγκαίας επιστροφής. Δεν έχει κάπου να επιστρέψει.

Δεν πρέπει να ξεχάσει ό,τι του έμαθαν, την τεχνική, την θεωρία. Δεν είναι μόνο η διαγαλαξιακή μετακίνηση που εκμεταλλεύονται. Όπου υπάρχουν άνθρωποι, βρίσκουν την ευκαιρία να τους καβαλήσουν. Την αύρα τους, τη δυναμή τους. Η μία μετακίνηση λειτουργεί ως το ενδιάμεσο μιας άλλης, μεγαλύτερης. Η μία διαδικασία καθρεφτίζει την άλλη, την παρασκηνιακή, για τους λίγους μυημένους.

Σαν να τους ακούει τώρα, όλους τους γερομαλάκες, μαζεμένους στη μεγάλη σάλα με τα ποτά στα χέρια τους, “Οι άλλοι ειναι ανώφελα φορτία, μην σε απασχολούν πια”. Τους άλλους, αυτούς που κινούνται σε χωροχρονική ευθεία, τους ονομάζουν γραμμικούς. Το αντίστοιχο του κρετίνου ίσως. Ενώ αυτοί είναι ανώτεροι, οι παράδοξοι. Κανείς δεν του είπε ποτέ ποιός ακριβώς είναι πάνω απο τους παράδοξους, αλλά το είδε στις ανήσυχες φάτσες τους, στα διστακτικά τους βήματα, στις περίεργες τελετές που εκτελούν σχεδόν ψυχαναγκαστικά. Είναι ακόμη πιόνια σε κάποιο παιχνίδι.

Ανάβει ένα τσιγάρο. Τα ξεκίνησε πριν κάμποσο καιρό, περίπου όταν ξεκίνησαν και οι διδασκαλίες του γέρου. Βρωμοκαθίκι.

Ο σταθμός καλύπτεται απο ομίχλη, όμως τα κτίρια λαμπυρίζουν με τη λάμψη απο χιλιάδες φωτάκια στους δρόμους τους. Ωραία είναι εδώ. Ο κόσμος είναι έξω, γυρίζουν, ψωνίζουν, διασκεδάζουν, χαχανίζουν. Θέλει να μπεί και αυτός στο πλήθος, να παρασυρθεί, να χαθεί στη ρόη τους, να ζήσει. Αλλά δεν μπορεί να το κάνει.

Δεν μπορεί να μείνει για πολύ σε ένα μέρος.




4

10.10 Βιβλιοθήκη κοντά στο σπίτι, 3031 μΧ

Λένε πως ο κόσμος είναι φτιαγμένος για τους ανθρώπους αλλά βαθιά μέσα του ήξερε πάντα πως αυτό δεν είναι αλήθεια. Ποτέ δεν μπόρεσε να πάει όπου θέλει, να κάνει ό,τι θέλει. Δεν είναι μόνο τα ταξίδια, γενικά.

Κάποιος άλλος το κάνει όμως, κάποιος άλλος ζεί. Τα βιβλία του το επιβεβαίωσαν.

Ποτέ δεν του άρεσε το διάβασμα, οι δάσκαλοι του, πάντα έλεγαν πως παραείναι ελεύθερο πνεύμα (“ποτέ δεν θα πας μπροστά με αυτή την τακτική”), αλλά αυτή τη φορά ρίχτηκε με τα μούτρα. Ανακαλύπτει πως το να ανοίγεις ενα βιβλίο, είναι λίγο σαν να ταξιδεύεις.

Χωρίς τον κίνδυνο να ξεράσει κάποιος επάνω σου.

Ανακαλύπτει και άλλα πράγματα. Υπάρχει τουλάχιστον ένα βιβλίο για κάθε θεωρία στον κόσμο και υπάρχουν πολλά που ασχολούνται με τα μαγιστρεία πτήσεων.

Πίσω απο τη βίτρινα ειναι προφάνως κάποιου είδους μυστική οργάνωση, με παρακλάδια παντού. Συνωμοσιολογικές θεωρίες τους τοποθέτουν στο επίκεντρο της τεράστιας τεχνολογικής εξέλιξης στις μετακινήσεις. Λένε πως είναι υπεύθυνοι για τις μπαλαρίνες, που ξεκίνησαν σαν προέκταση του ΣΕΡΝ απο τον 21ο αιώνα. Επιταχυντής σωματιδίων, που κατέληξε επιταχυντής σωμάτων. Βιβλία για το ΣΕΡΝ δεν υπάρχουν πολλά, το πρόγραμμα τερματίστηκε πρόωρα, αλλά αυτά που βρήκε μιλάνε για χαμένα σωματίδια που επανεμφανίζονταν σε άλλο χωροχρονικό σημείο. “Πίσω στο χρόνο”, διαβάζει, “ελάχιστα νανοδευτερόλεπτα πίσω στο χρόνο”, αλλά ποιός ξέρει, μπορεί να προχώρησαν ενα βήμα παραπάνω με τη νέα τεχνική.

Αλλά που κολλάνε τα κομμένα δάχτυλα; Κάποιος τους τα κόβει. Γιατί;

Φαντάζεται κάποιον μυστηριώδη εκδικητή που τιμωρεί όσους ξέρουν το μυστικό, να κουβαλάει ένα χαντζάρι και μια σακούλα γεμάτη ανθρώπινα υπολλείμματα. Ίσως φοράει και κάπα. Ή μπορεί να τα χάνουν σε κάποιο περίεργο ατύχημα, κάπου να υπάρχει μια πύλη απ΄ όπου όλοι αναγκάζονται να περάσουν, μια στενή πύλη που χωράνε ίσα ίσα, εκτός απο το ένα δάχτυλό τους.

Μόνο που στην τσέπη του έχει το δικό του δάχτυλο. Αν είναι όντως το δικό του δάχτυλο, ίσως ο μελλοντικός εαυτός του να...

Κλείνει το βιβλίο μπροστά του με δύναμη και σηκώνεται νευριασμένος. Μαλακίες. Του λείπουν ακόμα κάποια στοιχεία του παζλ, θα τα μάθει σίγουρα όταν τους μιλήσει. Και αυτό θα γίνει σύντομα. Ποτέ δεν του άρεσε να περιμένει, οι δάσκαλοι του, πάντα έλεγαν πως παραείναι απερίσκεπτος.

Οι δασκαλοί του είχαν δίκιο. Ποτέ δεν θα πάει μπροστά έτσι όπως σκέφτεται.

Αλλά ίσως να πάει αλλού.




3

Κάπου μεταξύ 15.12 γαλαξιακού σταθμού Νέδων, 3030 μΧ
και 07.04 πλανήτης Βέρζιτς, μαγιστρείο πτήσεων, 3031 μΧ

Πιέζει δυνατά την πληγή για να σταματήσει το αίμα.

Ακόμα δεν πιστεύει πως τα κατάφερε.

Έριξε μια μπουνιά και καναδυό γερές κλωτσιές στον φρουρό και έτρεξε όσο πιο γρήγορα μπορούσε, μέχρι να βρεί το πλήθος που γιόρταζε τη μέρα της Ανασυγκρότησης. Μόλις τους έφτασε αυτό ήταν, έφυγε. Έφυγε με τη βαλίτσα του κοντόχοντρου μαυρομάλλη. Ούτε είδε τι έχει μέσα της, μακάρι να έχει φράγκα, πολλά φράγκα, να του πήρε όλες τις οικονομίες. Μάλλον όχι, την αισθάνεται πολύ ελαφριά, αλλά δεν έχει σημασία. Με το που την άρπαξε έριξε μέσα της το δάχτυλο του. Και αυτό είναι το φορτίο που τον ενδιαφέρει.

Το δάχτυλο που του έκοψαν πριν μισή ώρα, σε εκείνη τη γελοία τελετή. Δεν είναι ασφαλές επάνω του όσο τον κυνηγούν.

Ψαχουλεύει τις αναμνήσεις του, βρίσκει τη στιγμή που θέλει και είναι ήδη εκεί.

Άνθρωποι τρέχουν τριγύρω του. Εντοπίζει τον κατάλληλο κατευθείαν. Είναι ένας τύπος με τεράστια γυαλιά, ασορτί με τους τεράστιους τρυπημένους λοβούς των αυτιών του. Ένας γραμμικός κρετίνος. Τον πλησιάζει και προσθέτει την βαλίτσα του στις άπειρες δικές του.

Δεν θα καταλάβει τίποτα μέχρι να φτάσει.

Τον βλέπει που απομακρύνεται προς το ακριβές χωροχρονικό σημείο για να πετύχει τον άλλο κρετίνο, τον κρετίνο που θέλει. Πάλι καλά που έκανε ό,τι έκανε πριν αρχίσουν να κόβουν και άλλα κομμάτια του, θα ήταν πιο δύσκολο να τα βρεί ακόμα και αν τα έσωζε.

Νομίζει πως καταλαβαίνει τί εννοεί ο γέρος, με όλες τις βλακείες για θυσίες και κομμάτια σάρκας. Αν είσαι ολόκληρος... Θα μπορείς να γυρίσεις πίσω το χρόνο, όχι απλά να τον παρακάμψεις.

Κάθεται μόνο μια στιγμή και μετά ξεφεύγει καβαλώντας το πλήθος, ένας μοναχικός Μπόνι ή Κλάιντ, φυγάς χρόνου και χώρου.

Ελεύθερος.




5

10.23 Πλανήτης Βέρζιτς, μαγιστρείο πτήσεων, 3031 μΧ

Είναι έτοιμος για να μάθει, αλλά πρώτα πρέπει να περάσει τους φυλακες. Έχει ετοιμάσει εκατοντάδες δικαιολογίες για να τον αφήσουν να μπεί μέσα.

Κάτι σαν,
“Ξέρω τι κάνετε εκεί μέσα, έλεγχος απο το ανώτατο δικαστήριο, ανοίξτε την πόρτα”.
ή,
“Θέλω να πάω στον Αλντεμπαράν, διακόσια χρόνια πρίν. Που κόβω εισιτήριο”;
ή, το αγαπημένο του,
“Μπορώ να χρησιμοποιήσω την τουαλέτα σας”;

Τελικά, δεν χρειάζεται καμιά τους.

Μόλις τους πλησίασε, δύο πανύψηλοι άντρες, ο ένας με μαυρισμένο μάτι. Τον κοιτάνε περίεργα, σαν να τον εχουν ξαναδεί, τον περιεργάζονται απο πάνω μέχρι κάτω, τα χέρια του. Τα μάτια τους εστιάζουν εκεί, έκπληκτα.

Ανοίγουν τις πύλες χωρίς κανένα πρόβλημα.

Προχωράει για λίγο, μέχρι που τους βλέπει. Ένα μάτσο γέροι είναι μαζεμένοι στην κεντρική σάλα. Εδώ είναι και ο κοντόχοντρος με το λειψό δάχτυλο, που ακολούθησε δυό μήνες πρίν. Αλλά δεν είναι μόνο μια συγκέντρωση λειψοδάχτυλων, κάποιοι δεν έχουν αυτιά, κάποιου του λείπει το μάτι. Ένας άλλος μιλάει με νοήματα, οι ουλές στο λαιμό του εξηγούν το γιατί.

Ο μονόφθαλμος τον ρωτάει, “πώς μας βρήκες”;

“Βρήκα το δάχτυλο μου. Αλλά το έχασα”. Η απάντηση βγαίνει απο τα χείλη του πρίν το μυαλό του απορρίψει την σουρεαλιστικότητα της.

“Δεν πειράζει, λέει ένας άλλος, τείνοντας ένα χέρι χωρίς αντίχειρα, “έχουμε εσένα τώρα. Τί ξέρεις για εμάς”;

Μοιάζουν ικανοποιημένοι μόλις τελειώνει την αφήγηση του. “Άριστα στη θεωρία. Αλλά πριν σου δείξουμε πως να ταξιδεύεις, τις πρακτικές μας”, κοιτάζονται μεταξύ τους, “χρειαζόμαστε... κάτι. Για να ξέρουμε πως σε εμπιστευόμαστε. Την ελάχιστη θυσία, μην ανησυχείς. Είσαι δεξιόχειρας, έτσι”;

Ο ψηλός με το μαυρισμένο μάτι μπαίνει στην αίθουσα κουβαλώντας ένα δίσκο, με γάζες, ράμματα, λαβίδες και ένα λεπτεπίλεπτο μαχαιράκι. Στη λαβή του μαχαιριού, δύο φίδια τυλίγονται σχηματίζοντας μια έλικα. Ακουμπά το δίσκο σε ένα τραπέζι και αποχωρεί αφού ρίξει πρώτα ένα περίεργο χαμόγελο προς το μέρος του.

Ο φύλακας δεν τον ενδιαφέρει. Ένα απο τα μυστήρια λύθηκε. Δεν υπάρχει μανιακός εκδικητής, ούτε κάποια ανθρωποφάγα πύλη στο διάστημα. Κόβουν τα ίδια τους τα μέλη. Δεν φέρνει καμιά αντίρρηση, έχει φτάσει πολύ μακριά για να γυρίσει πίσω τώρα. Απλά ρωτάει, “γιατί”;

“Είναι μια τυπική διαδικασία”, του λένε. “Συμβολίζει πως είσαι ένας απο μας”.

Δεν ξέρει τί θα απογίνει το δάχτυλο του, το παίρνουν μέσα σε μια πετσέτα. Κάποιος ξεκινά να ράβει την πληγή του. Καινούργιες απορίες σχηματίζονται στο μυαλό του και ακόμα δεν του έχουν πει τίποτα καινούργιο. “Ποιός θέλει να μου εξηγήσει τώρα”; ρωτάει απότομα. “Ας ξεκινήσουμε απο το δάχτυλο που βρήκα. Ποιού είναι”;

Κοιτάζονται πάλι μεταξύ τους με περίεργο βλέμμα, “θα σε βοηθήσει κάποιος που ξέρουμε, πολύ έμπειρος”.

Λέει, “εντάξει”, αλλά δεν τους λέει πως έχει ακόμα το δάχτυλο του άλλου σε ένα μαύρο κουτί στην αριστερή κρυφή τσέπη του σακακιού του.

Κοντά στην καρδιά του.




2

02.11 Πλανήτης Βέρζιτς, μαγιστρείο πτήσεων, 3031 μΧ

Ένα, δύο, τρία, τέσσερα.

Είναι πίσω στο μαγιστρείο πτήσεων, χωρίς να χάσει ούτε ανάσα. Ο Ένας κάθεται στην πολυθρόνα του και τον κοιτάζει με χαμόγελο. Όλοι οι υπόλοιποι μοιάζουν αποσβολωμένοι.

Πέρασε το τέστ.

Είναι εντυπωσιασμένοι που κατάφερε να πάει όπου του υπέδειξαν άνετα. Τα υψίπεδα του Καρτούρ, οι πόλεις του Χέλφνακ, οι πλανήτες του Βεττόμ... Τα ταξίδια παντού, τόσο εύκολα σαν να ανοίγει το ψυγείο του για να πάρει μια κόκα κόλα.

Είναι το ίδιο εντυπωσιασμένοι με τις τεχνικές ελέγχου της αναπνοής που χρησιμοποιεί. “Ένας αυτοδίδακτος”, ψιθυρίζουν ανάμεσα τους, “νόμιζα πως δεν θα συναντούσα ποτέ κάποιον”.

Δεν καταλαβαίνει τί εννοούν, του είναι τόσο εύκολο να ονειρευτεί τους κόσμους που του περιγράφουν, ακόμα και αν είναι χιλιάδες χρόνια μακριά. Ποτέ δεν περίμενε πως η ονειροφαντασία θα του έβγαινε σε καλό.

“Δεν ειναι εύκολο να βρούμε ονειροπόλους”, του λέει ο Ένας μετά, όταν μένουν μόνοι τους, καθώς ξαπλώνουν σε αντικριστές πολυθρόνες. “Είμαστε μια κοινωνία γέρων”. Πίνει μπράντυ απο ένα περίτεχνο ποτήρι. Δυό χρυσά φίδια το κυκλώνουν απο το πλάι, φτάνοντας μέχρι τα χείλη του.

“Παρακάμπτουμε τον χρόνο, τον χρησιμοποιούμε για τις δικές μας μετακινήσεις. Πρέπει να έχεις μια ελευθερία σκέψης για να αποδεχτείς αυτό που κάνουμε, μια άνεση με το περίεργο που δεν είναι εύκολη την σημερινή εποχή”.

Φαίνεται ικανοποιημένος. “Θα σε καλέσουν σύντομα, είμαι σίγουρος. Μάλλον τη μέρα της Ανασυγκρότησης. Όταν έρθει η στιγμή, πρέπει να αποφασίσεις τί κομμάτι του εαυτού σου θέλεις να θυσιάσεις. Είναι συμβολικό, σίγουρα, αλλά και πολύ, πολύ ουσιαστικό. Όσο μεγαλύτερη η θυσία, τόσο μεγαλύτερα τα κέρδη, η γνώση, οι ικανότητες”. Γυρίζει αργά το χρυσαφί υγρό στο ποτήρι του, “Αλλά... η γνώση, καθε γνώση σημαίνει υπευθυνότητα και θα φροντίσουμε να το θυμάσαι”.

“Τί τα κάνετε τα κομμάτια”;

“Μας βοηθάνε σε βρίσκουμε πάντα”.

“Πώς” ;

“Δεν χρειάζεται να τα μάθεις όλα αμέσως. Ούτε εγώ τα ξέρω. Είναι άλλες δυνάμεις, πολύ ισχυρότερες απο τους είκοσι γέρους που είδες σήμερα εδώ, δυνάμεις που τους ενδιαφέρει η μετακίνηση οποιουδήποτε στον κόσμο. Μην φανταστείς πως έχουμε κάπου μια κρύπτη γεμάτη σάπιες ανθρώπινες σάρκες. Άλλοι είναι εκείνοι που αναλαμβάνουν τη... φύλαξη. Θεώρησε το φόρο. Φόρο αίματος”.

Ο γέρος του τη σπάει, με το στυλάκι του παντογνώστη καθηγητή πανεπιστημίου και με τα ψιλοομοφυλοφυλικά του χουφτώματα. “Τί θα γίνει αν κάποιος δεν δώσει τίποτα”, τον ρωτάει απότομα, “αν απλά μάθει ό,τι μπορεί και μετά σας παρατήσει”;

“Τότε θα είσαι ελεύθερος να κωλοβαρέσεις στο χωροχρόνο χωρίς κανέναν έλεγχο”. Ο Ένας τον κοιτάει με μισόκλειστα μάτια, “μπορείς να το κάνεις αλλά δεν θα στο συμβούλευα”. Σηκώνεται ξαφνικά, κατεβάζοντας τα παντελόνια του.

“Εεεε, τί κάνεις...”;

Μπροστά του, απο ένα ολόγυμνο όσχεο, κρέμεται ένα ζευγάρι ζαρωμένα μπαλάκια.

“Να θυμάσαι”,

Μόνα τους.

“δεν μπορείς να ξεφύγεις απο το διάβολο”.




6

08.37 Πλανήτης Βέρζιτς, σπίτι γηραιού Ένα, 3031 μΧ

Περιμένει στην είσοδο εδώ και τόση ώρα και ακόμη κανείς δεν ήρθε να τον συναντήσει.

Τον έστειλαν απο το μαγιστρείο για να συναντήσει τον γηραιό Ένα. “Είναι ο μόνος που μπορεί να σου εξηγήσει τί συμβαίνει”, είπαν. Περιμένει να δεί καμιά εξωπραγματική φιγούρα να τον υποδέχεται, ένας τιτάνας δύο μέτρα, με κατάξανθα μαλλιά σαν το Χριστό.

Τελικά, είναι ένας γεράκος με λευκά μαλλιά και λεπτά γυαλιά. Μοιάζει με συγγραφέα. Προλαβαίνει να ελέγξει τα χέρια του καθώς τον χαιρετά. Δεν του λείπει κανένα δάχτυλο. Ρίχνει μια βιαστκή ματιά σε όλο του το σώμα. Ούτε κάποιο άλλο μέλος απ' όσο μπορεί να δεί. Τί να του έκοψαν; Ίσως τη σπλήνα.

Ο γέρος τον κοιτάει επίμονα. “Του μοιάζεις”

Τον περιεργάζεται πάνω κάτω σαν να είναι πειραματόζωο, “μα έχεις περισσότερες δυνατότητες”, αποφαίνεται μόλις η εξέταση τελειώνει. “Μας βρήκες μόνος σου, δεν χρειάστηκες καθοδήγηση”. Ακούγεται περήφανος. “Αυτό που έκανε είναι απαγορευμένο. Δεν έπρεπε να επικοινωνήσει μαζί σου. Ποτέ δεν κατάλαβε πως η γνώση, κάθε γνώση σημαίνει υπευθυνότητα. Μην κάνεις το ίδιο λάθος”.

Τον παίρνει απο το χέρι οδηγώντας τον μέσα απο μακρόστενους ατελείωτους διαδρόμους. Και το σπίτι φαινόταν τόσο μικρό απ' έξω. “Είσαι ένας απο εμάς τώρα. Θα ταξιδέψεις σε απίστευτα μέρη, θα γνωρίσεις καινούργιους ανθρώπους, αλλά θα εξυπηρετείς πάντα ένα σκοπό. Θα σου μάθω όσα ξερω, μα πίστεψε με. Κανείς δεν τα ξέρει όλα”.

Τον οδηγεί σε μια αίθουσα. Είναι ολόμαυρη, χωρίς παράθυρα. Στο κέντρο της, μια περίτεχνη ζωγραφιά. Δύο φίδια ενώνονται στα κεφάλια και τις άκρες των ουρών τους, σχηματίζοντας ένα οβάλ σχήμα, σαν αυγό.

“Ό,τι ξεκίνησε πρέπει να ολοκληρωθεί. Έχουμε ένα κομμάτι σου, η κοινή σας... ουσία θα μας βοηθήσει να τον εντοπίσουμε, όπου κι αν είναι. Θα κανονίσω μια συνάντηση”.

“Κοινή ουσία; Δηλαδή, είμαστε πραγματικά ίδιοι”.

“Φυσικά. Σε βάζω στα βαθιά γρήγορα, μα είναι απαραίτητο. Εξαιτίας των πραξεών του είσαι και εσύ μπλεγμένος. Ή ο ένας, ή ο άλλος, δεν επιτρέπεται να κυκλοφορείτε και οι δύο εκεί έξω”.

Δεν μπορεί να μην αντιδράσει. “Άλλη μια απαγόρευση”;

“Ναί. Καλά θα κάνεις να τις συνηθίσεις”.

“Νόμιζα πως είστε παντοδύναμοι”.

Ο Ένας τον κοιτάει ψυχρά. “Κανείς δεν είναι. Οι πρακτικές μας, όσο περίεργες και αν σου φαίνονται, πρέπει να τηρούνται κατά γράμμα. Ειναι πανάρχαιες. Αδιαμφισβήτητες. Τα σώματα μας το αποδεικνύουν. Μην τις υποτιμήσεις”.

Δεν χρειάζεται κάποιο ξόρκι για την μετακίνηση. Η ίδια του η ύπαρξη θα ξεκινήσει τη διαδικασία... κάπως. Στέκεται στο κέντρο του δωματίου. Συγκρατείται απο το να αγγίξει το κουτί που έχει ακόμα κρυμμένο στο παλτό του. Άχρηστο. Αλλά του αρέσει να το αισθάνεται μάζι του, σαν τα παιδάκια που κρατάνε το αγαπημένο τους παιχνίδι για ασφάλεια.

Ο γέρος κατευθύνεται προς την πόρτα,

“Να θυμάσαι”,

μια τελευταία συμβουλή, πριν κλείσει την πόρτα και τον αφήσει μόνο του στη μαυρίλα.

“δεν μπορείς να ξεφύγεις απο το διάβολο”.




1


15.14 Γαλαξιακός σταθμός Νέδων, 3031 μΧ

Δεν πάει ποτέ πουθενά.

Πράγμα περίεργο για κάποιον που δουλεύει σε εταιρία διαγαλαξιακής μετακίνησης, αλλά είναι αλήθεια. Άνθρωποι τον προσπερνούν, τρέχοντας για να προλάβουν τη πτήση τους. Όλοι έχουν κάποιο προορισμό εκτός απο αυτόν.

Δεν περίμενε πως θα ήταν ακόμη εδώ. Θυμάται, είχε κάνει αυτό ακριβώς το δρομολόγιο πέρυσι, ίδια εποχή. Πλήρης αποτελμάτωση. Μήπως είναι καιρός να πάει κάπου επιτέλους, να βρεί ένα σκοπό στη ζωή του; Να ταξιδέψει κάπου και για πρώτη φορά, να μείνει εκεί, να γνωρίσει νέα μέρη, να τα ζήσει.

Σηκώνει τα μάτια, ο συνεπιβάτης του και οι βαλίτσες του μόλις έφτασαν. Είναι ένας γέρος με λευκά μαλλιά και λεπτά γυαλιά. Μοιάζει με συγγραφέα. Φαίνεται χαμένος στις σελίδες κάποιου τόμου, μάλλον κάτι σχετικά με την χλωροπανίδα στην Κρητιδική εποχή.

Κλείνει τα μάτια του. Οι ανάσες του βαθαίνουν, γίνονται πιο αργές. Είναι μέρος μιας τεχνικής που εφαρμόζει, τον βοηθά να ηρεμήσει μέχρι να φτάσει. Η αναπνοή του γέρου, που άφησε το βιβλίο του και τον κοιτάει, μοιαζεί να ακολουθεί τη δική του.

Μία,
δύο,
τρείς,
τέσσερεις.

Μάλλον του την πέφτει, υπάρχουν πολλοί dickheads στις πτήσεις προς τα ενδότερα του γαλαξία.

Ή μπορεί να είναι απλά έτοιμος να ξεράσει.

Φοράει τη ζώνη του και ακουμπά το κεφάλι του στο κάθισμα. Η μπαλαρίνα αρχίζει όπως πάντα, αλλά η αίσθηση είναι περίεργη, δεν μπορεί να χαθεί στο κέντρο βάρους της ομάδας, να ακολουθήσει το ρυθμό της. Όλοι σαν να εστιάζουν ασυνείδητα στον γέρο, να ακολουθούν το ρυθμό που τους υπαγορεύει. Αναγνωρίζει την συνέχειά του,

μπαπ, ένα,
μπαπ, δύο,
μπαπ, τρία,
μπαπ, τέσσερα...

είναι ο ρύθμος των δικών του αναπνοών.

Μόλις φτάνουν βλέπει με ανακούφιση πως δεν υπάρχει ξερατό επάνω του. Δεν υπάρχει ξερατό πάνω σε κανένα. Όλοι ταξίδεψαν ανετότερα απο κάθε άλλη φορά. Κανά δυό πρωτάρηδες μάλιστα, κοιμήθηκαν σαν πουλάκια μέχρι να τελειώσει το ταξίδι. Ο γέρος σηκώνεται και του τείνει το χέρι.

“Είμαι ο γηραιός Ένας, μαγίστρος πτήσεων”.

Μαγιστρείο πτήσεων. Υπεύθυνοι για κάθε κινούμενο όχημα στο σύμπαν, απο μπαλαρίνες μέχρι παιδικά τρενάκια. Αν θέλουν, σε κάνουν ακόμη και πιλότο.

“Έλα μάζι μου”, του λέει. “Έχω μια πρόταση να σου κάνω”.




ανάμεσα
Δεν μπορείς ποτέ να πείς πως δεν υπάρχει τίποτα κάπου, αλλά δεν υπάρχει τίποτα εδώ που βρίσκονται.

Δεν μπορούν να δούν ο ένας τον άλλο, αλλά νιώθουν ακόμη. Τη φαγούρα στο κενό που θα έπρεπε να είναι ο παράμεσος δάχτυλος και των δύο, το πακέτο με τσιγάρα στην τσέπη του ενός, το βάρος στην εσωτερική τσέπη του σακακιού, όπου ο άλλος κρύβει ένα μαύρο κουτάκι.

Η αίσθηση των σωμάτων τους υπάρχει, χωρίς καμιά περαιτέρω απόδειξη πως δεν είναι μόνο οι ψυχές, ή οι αναμνήσεις τους που βρέθηκαν να αντιδικούν στο πουθενά.

Ό,τι και να γίνει, μόνο ένας μπορεί να φύγει απο εδώ.

“Πώς σε βρήκε ο Ένας” ;

“Εγώ τον βρήκα”.

“Δεν έπρεπε να ψάξεις”.

“Δεν γινόταν αλλιώς, δεν μου εδώσες καμία κατεύθυνση”.

“Δεν αφορούσε εσένα, ό,τι έγινε, έγινε για μένα. Το έχεις μαζί σου”;

“Με αφορά τώρα. Και ναί”.

“Δεν καταλαβαίνεις, μπορώ ακόμα να ξεφύγω, να γυρίσω πίσω”. Δεν βλέπει τα χέρια του, αλλά ξέρει πως ανάβουν ένα τσιγάρο.

“'Εχω δεί πώς είναι η ζωή έτσι. Βαρετή. Και δεν μπορεις να ξεφυγεις, ξέρουν την ουσία σου τώρα. Ακόμα και αν νικήσεις θα σε κυνηγήσουν πάλι. Και τώρα θα ξέρουν που να σε βρούν”. Αγγίζει το σακάκι του κοντά στην καρδιά. Μένει με το χέρι έτσι, σαν να προσεύχεται σε κάποια σημαία.

“Ά, ναί... Παράγραφος δεκαπέντε, υποσημείωση τρία στο εγχειρίδιο. 'Ο εντοπισμός γίνεται διαμέσου της ουσίας του ατόμου'. Δεν νομίζω πως καταλαβαίνεις τί σημαίνει ακριβώς. Όσο περισσότερο μετακινείσαι εκτός της επιβλεψής τους, η ουσία σου αλλάζει. Έχω πάει σε μέρη που δεν έχουν φανταστεί ακόμη. Όλα είναι πιθανά. Τα έζησα όλα”. Το τσιγάρο είναι αναμμένο και δεν είναι δύσκολο να το φανταστεί στα χείλη του καθώς τραβάει μια ρουφηξιά.

“Εγώ όχι”. Αισθάνεται το βάρος του κουτιού κοντά στην καρδιά του, μαζί με τους χτύπους της.

“Δεν ξέρεις πόσο τύχερος είσαι”. παφ

“Δεν αισθανόμαι τύχερος”. μπαπ, ένα.

“Το τσιγάρο μου τελείωνει”. παφ

“Θέλω να ζήσω”. μπαπ, δύο.

“Δεν έχω άλλο”.

“Θέλω να ζήσω”. μπαπ, τρία.

“Θέλω να ζήσω”. μπαπ, τέσσερα.

Δεν υπάρχει απάντηση, καμιά φωνη δεν σηκώνεται να του αντιμιλήσει. Έτσι απλά, είναι μόνος του στο τίποτα. Βγάζει το κουτί απο την τσέπη του. Είναι καλύτερα που ξέρει ό,τι ξέρει; Ο γέρος του μίλησε για περιορισμούς ακόμα και στην παραδοξότητα, για νόμους και κανόνες πανάρχαιους, ακατάλυτους. Αλλά ακόμα και έτσι, πρέπει να είναι κάτι καλύτερο απο αυτό που ζούσε μέχρι τώρα.

Πιάνει το δάχτυλο και το πετάει κάτω. Η τελευταία του σύνδεση με το παρελθόν. Δεν το χρειάζεται πια, δεν χρειάζεται την αίσθηση ασφάλειας που του δίνει. Είναι ένα βήμα απο την αναχώρηση, το νιώθει, θα ανοίξει επιτέλους την πόρτα στο άπειρο, θα ζήσει.

“Νίκησα”.

Ένα ρίγος διαπερνάει το σώμα του. Αρχίζει να τρέμει. Δεν θα έπρεπε να αισθάνεται κρύο εδώ, αλλά κάτι μοιάζει να ρούφηξε την ενέργεια, ή οτιδήποτε ήταν αυτό που έκανε το σώμα του να αισθάνεται οικεία πρίν. Και ξαφνικά συνειδητοποιεί πως... δεν πρέπει να αισθάνεται οικεία. Είναι πολύ προσωρινός φιλοξενούμενος, στο φυσικό περιβάλλον κάποιου άλλου. Η πόρτα είναι ακόμη ανοιχτή το ξέρει, μπορεί να φύγει, αλλά ένας ήχος διακόπτει τις σκέψεις του.

Κριτσάνισμα. Κάτι μεγάλο τρώει δίπλα του.

Τί ήταν αυτό που του είπε ο Ένας; “Η κοινή ουσία σας, μπλα μπλα μπλα”

...ειναι γεύση. Η κοινή μας γεύση.

Ποτέ δεν θα είναι ελεύθερος, του το είπε ο γέρος, αλλά το καταλαβαίνει πραγματικά μόνο τη στιγμή που νιώθει, εκεί στο τίποτα που είναι μεταξύ πιθανοτήτων, αυτό που βγηκε απο το χαος, που ζεί στο χάος. Αυτό που τρώει το κομμάτι του που άφησε πίσω. Ούτε γραμμικό, ούτε παράδοξο. Απερίγραπτο για τις ανθρώπινες αισθήσεις.

Κάνει το βήμα μέσα απο την ανοιχτή πόρτα όσο πιο γρήγορα μπορεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου